- βιατάς
- βῐᾱτάς, α, ὁ,A forceful, mighty, Pi.Pae.6.84, al.;
σοφοὶ καὶ χεροὶ βιαταί Id.P.1.42
;β. νόος Id.O.9.75
; of wine, potent, Id.N.9.51;Αρης AP7.492
([place name] Anyte).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σοφοὶ καὶ χεροὶ βιαταί Id.P.1.42
;β. νόος Id.O.9.75
; of wine, potent, Id.N.9.51;Αρης AP7.492
([place name] Anyte).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.